ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΜΙΣΘΩΤΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ

 

1.   Η Πτώση του Μηχανικού-Στελέχους και η «Άνοδος» του Μισθωτού Μηχανικού

Η μορφή απασχόλησης των Μηχανικών έχει τροποποιηθεί σημαντικά στο διάστημα των τελευταίων δεκαετιών: Η μισθωτή-υπαλληλική σχέση εργασίας, τόσο στην τυπική όσο και στην άτυπη μορφή της (Δ.Π.Υ), αποτελεί πλέον την κυρίαρχη μορφή απασχόλησης για σημαντικές μερίδες των εργαζόμενων μηχανικών (νέοι μηχανικοί, μηχανικοί στις κατασκευές, στις υπηρεσίες, στις νέες τεχνολογίες και στα μελετητικά γραφεία).

Η τροποποίηση των εργασιακών σχέσεων συμβαδίζει με αλλαγές τόσο το περιεχόμενο της εργασίας όσο και το κοινωνικό προφίλ του εργαζόμενου μηχανικού. Η πολλαπλότητα των κοινωνικών ρόλων-λειτουργιών, που περιλαμβάνονται στο εσωτερικό της κοινωνικής κατηγορίας των μηχανικών, συσκοτίζει αλλά δεν αναιρεί την ύπαρξη σταθερών τάσεων πόλωσης προς κατώτερες (συγκριτικά με το παρελθόν) θέσεις στον κοινωνικό καταμερισμό εργασίας.

Η εξέλιξη αυτή εδράζεται σε δομικά χαρακτηριστικά του καπιταλιστικού συστήματος και γι’ αυτό το λόγο δεν υπάρχει διαχειριστική λογική (σοσιαλδημοκρατική, νεοφιλελεύθερη κλπ) που να μπορεί να λειτουργήσει αντίρροπα. Η αναδιάρθρωση στην οικονομική ζωή διαλύει και ανασυνθέτει τις κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις εξαφανίζοντας η/και τροποποιώντας τα χαρακτηριστικά ενδιάμεσων κοινωνικών κατηγοριών, όπως η τεχνική διανόηση. Η μαζική εφαρμογή των νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία καθιστά τους κοινωνικούς φορείς υλοποίησης των νέων τεχνολογιών (όπως οι μηχανικοί) ένα σχετικά μαζικό στρώμα που στην πλειοψηφία των περιπτώσεων: α) υπόκειται σε κανόνες οικονομικής εκμετάλλευσης και β) τοποθετείται σε θέσεις που πολώνονται προς την εκτελεστική διανοητική εργασία.

Ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο ο καθένας προσλαμβάνει τις ιδιαίτερες συνθήκες με τις οποίες εργάζεται, οι παραπάνω τάσεις δημιουργούν ένα περιοριστικό πλαίσιο. Η υλική υπόσταση αυτών των περιορισμών στους όρους που δουλεύουμε και ζούμε μπορεί να συμπυκνωθεί σε ορισμένα καθημερινά ερωτήματα:

Πόσο ανταποκρίνονται στο σημερινό κόστος της ζωής οι μισθοί μας; Μήπως για τους περισσότερους από εμάς η επέκταση του 8ώρου, η δουλειά το Σαββατκύριακο ή η δεύτερη δουλειά αποτελεί μια αναπόδραστη  πραγματικότητα;

Ποιος συνάδελφος δεν νιώθει ανασφάλεια για το εργασιακό του μέλλον; Μήπως οι καταληκτικές ημερομηνίες των κατασκευατικών έργων, του κοινοτικού πλαισίου ή κρίση στον κλάδο της πληροφορικής/τηλεπικοινωνιών δεν στέκει ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια μας; Πόσο επιτείνεται αυτή η ανασφάλεια όταν δουλεύουμε με ΔΠΥ και δεν έχουμε όυτε καν τα τυπικά δικαιώματα του μισθωτού;

Ποιος πιστεύει σήμερα ότι θα γίνει διευθυντικό στέλεχος; Μήπως η πυραμίδα της εργασιακής ιεραρχίας είναι τόσο στενή ώστε να ακυρώνει οποιαδήποτε προοπτική ανέλιξης;

Στα πλαίσια αυτής της-όχι και τόσο καινοφανούς- πραγματικότητας θα πρέπει να ενταχθεί η συνεχώς ογκούμενη αναπαραγωγή της μισθωτής σχέσης εργασίας στο χώρο των Μηχανικών αλλά και η δυσμενής τροποποίηση του περιεχομένου της.

2.   Το Καθεστωτικό Πολιτικό Προσωπικό και η ΕΕ

Η υλοποίηση και η εξειδίκευση του γενικού πλαισίου της αναδιάρθρωσης υπηρετήθηκε με σημαντική συνέπεια από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με την εύλογη συμφωνία της (κατά το μεγαλύτερο διάστημα) αντιπολιτευόμενης ΝΔ. Η χρόνια λιτότητα, οι ιδιωτικοποιήσεις, η εισαγωγή ελαστικών εργασιακών σχέσεων, οι αντιασφαλιστικές ρυθμίσεις, η προσπάθεια ουσιαστικής κατάργησης των επαγγελματικών και εργασιακών δικαιωμάτων και η υποκατάσταση τους από την εξατομικευμένη διαπραγμάτευση, το χτύπημα και η αποδυνάμωση συνδικαλιστικών και διεκδικητικών πρακτικών καταγράφονται στο ενεργητικό των αλλεπάλληλων κυμάτων εκσυγχρονισμού που σαρώνουν τη χώρα. Το καθεστωτικό πολιτικό προσωπικό στα πλαίσια ενός ευρύτερου σχεδιασμού, που συμπυκνώνεται στην στρατηγική της ένταξης στην ΕΕ, έχει εμπεδώσει σε σημαντικό βαθμό ένα εξαιρετικά αρνητικό συσχετισμό εις βάρος των εργαζόμενων και των λαϊκών στρωμάτων. Ο αρνητικός αυτός συσχετισμός συμπυκνώνεται στο δίπτυχο: υπέρογκα κέρδη για την εργοδοσία - λιτότητα για τους εργαζόμενους.

3.   Η Εργασιακή Απορύθμιση

Οι μισθωτοί μηχανικοί δεν αποτελούν εξαίρεση και δεν απολαμβάνουν κάποιου είδους προνόμια. Περισσότερο από όσο ποτέ μας αφορούν οι αντεργατικές ρυθμίσεις της κυβέρνησης και της ΕΕ. Περισσότερο από όσο ποτέ οι μισθωτοί μηχανικοί προσεγγίζουν τη θέση των υπόλοιπων εργαζόμενων βιώνοντας τον εργοδοτικό δεσποτισμό και την απορύθμιση της αγοράς εργασίας μέσα από τις κοινοτικές οδηγίες και τους αντεργατικούς νόμους.

Η αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από μισθούς που δεν ανταποκρίνονται στο κόστος της ζωής αλλά υπακούουν στη νόρμα της εργοδοσίας που αυξάνει τα κέρδη της μέσα από τη συμπίεση του κόστους εργασίας. Παράλληλα όμως με την καθήλωση των αμοιβών ο χώρος μας πρωτοπορεί στην υιοθέτηση ελαστικών εργασιακών σχέσεων όπως αυτές αποτυπώνονται στο ΔΠΥ. Και στο φόντο όλων αυτών η ανεργία και η εργασιακή περιπλάνηση, ιδιαίτερα για τους νέους μηχανικούς, αλλά και για ορισμένους κλάδους, συνθέτει μια δυσβάσταχτη πραγματικότητα. Ας μην ανησυχούμε όμως…διότι η κυβέρνηση του εκσυγχρονισμού κατοχύρωσε και θεσμικά την μερική απασχόληση (Ν.2639/98) οπότε μετά τον απασχολήσιμο εργαζόμενο θα γνωρίσουμε και τον μερικώς άνεργο.

Ι. Συμπίεση του Μισθολογικού Κόστους

Η μείωση του μισθολογικού κόστους, είτε με την κλασσική μορφή της καθήλωσης των αμοιβών, είτε με την απλήρωτη επέκταση του εργάσιμου χρόνου, είτε τέλος με την αύξηση της παραγωγικότητας χωρίς αντίστοιχη αύξηση των αμοιβών, αποτελεί ένα από τα πλέον κομβικά σημεία για την κερδοφορία των επιχειρήσεων.

Οι Μισθοί δεν Ακολουθούν την Αύξηση της Παραγωγικότητας

Η έννοια της εισοδηματικής λιτότητας θα πρέπει να ορίζεται ως συνάρτηση της παραγωγικότητας της εργασίας αλλά και του κόστους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Τα υπέρογκα κέρδη του κατασκευαστικού κλάδου, του κλάδου νέων τεχνολογιών κλπ δεν οφείλονται στην επιχειρηματική οξυδέρκεια αλλά στην φθηνή εργασία των μηχανικών και των άλλων εργαζόμενων. Η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, μέσω της εισαγωγής νέων τεχνολογιών και η καθήλωση των αμοιβών έχει οδηγήσει μια σειρά κλάδων (πχ Κατασκευές. Τηλεπικοινωνίες, Πληροφορική) σε μια έκρηξη κερδών. Την ίδια στιγμή το αυξανόμενο κόστος της ζωής (στέγη, διατροφή, διασκέδαση κλπ), που ιδιαίτερα μετά την εισαγωγή του Ευρώ έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, οδηγεί σε πραγματική μείωση των απολαβών μας.

Οι μισθοί δεν ανταποκρίνονται στην επέκταση του εργάσιμου χρόνου και την εντατικοποίηση της εργασιακής διαδικασίας

Στις κατασκευές η εργοταξιακή απασχόληση 6 μέρες την εβδομάδα, 10 ώρες την ημέρα αποτελεί ένα άτυπο καθεστώς. Στα πλαίσια αυτής της κατάστασης η όποια σχετική αύξηση των απολαβών, αναλυμένη σε 5νθήμερο-8ωρο με υπερωριακή απασχόληση, καταγράφει ένα εξαιρετικά χαμηλό βασικό μισθό.

Σε άλλους τομείς όπως αυτός των υπηρεσιών, των νέων τεχνολογιών (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική) και των μελετών, ο φόρτος εργασίας παρουσιάζει διακυμάνσεις και η οργάνωση της εργασίας ακολουθεί άλλες τεχνικές που επίσης συμπιέζουν το κόστος εργασίας. Η εντατικοποίηση της εργασιακής διαδικασίας, οι απλήρωτες υπερωρίες και οι άτυποι διακανονισμοί για bonus συνθέτουν ένα πλαίσιο συγκράτησης του βασικού μισθού σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα.

Στο σύνολο των παραπάνω περιπτώσεων ο εργαζόμενος μηχανικός αναγκάζεται να εντατικοποιήσει ή/και να επιμηκύνει το χρόνο εργασίας, έτσι ώστε να «σταθεροποιήσει» την εργασιακή του απασχόληση ή/και να αυξήσει τις οικονομικές του απολαβές. Σε κάθε περίπτωση η αμοιβή για το παραγόμενο εργασιακό αποτέλεσμα δεν αντιστοιχεί στα κέρδη της εργοδοσίας, ενώ παράλληλα οι συνθήκες εργασίας και ο ελεύθερος χρόνος του εργαζόμενου συμπιέζεται σε ανεπίτρεπτα επίπεδα.

Η εξαρτημένη σχέση εργασίας με ΔΠΥ συμπυκνώνει μια ακραία μορφή ελαστικών εργασιακών σχέσεων που συμπιέζει τόσο το άμεσο όσο και το έμμεσο κόστος εργασίας

Στην περίπτωση αυτή έχουμε μια παραλλαγή της μείωσης τόσο του μισθολογικού όσο και του μη μισθολογικού κόστους (π.χ. ασφάλιση) με παράλληλη τυπική απεμπόληση των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων του μισθωτού. Η εξατομίκευση, η προσωπική διαπραγμάτευση με τον εργοδότη και η ανυπαρξία οποιασδήποτε συλλογικής κατοχύρωσης-προστασίας έχει σαν αποτέλεσμα την πλήρη ελαστικοποίηση της εργασίας με ανύπαρκτο ωράριο, απλήρωτες υπερωρίες, δουλειά με την ώρα η το κομμάτι κλπ. Με αυτόν τον τρόπο η εργοδοσία εξασφαλίζει την μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία στην οργάνωση της εργασίας με το μικρότερο δυνατό κόστος (συμπίεση των αμοιβών, μειωμένες ή και μηδενικές εργοδοτικές εισφορές για ασφάλιση, κανένας φραγμός και μηδενικό κόστος στην περίπτωση απολύσεων).

Η απαλλαγή της εργοδοσίας από το κόστος (ασφαλιστικό, υπερωρίες κλπ) και τις εναπομένουσες προστατευτικές διατάξεις για τους μισθωτούς (αποζημιώσεις, όριο απολύσεων, επίδομα ανεργίας κλπ) ανταλλάσσεται με μια αναντίστοιχη αύξηση των άμεσων απολαβών που καταβάλλεται είτε άμεσα από τον εργοδότη είτε έμμεσα μέσα από το ειδικό φορολογικό καθεστώς των τύποις ελευθέρων επαγγελματιών, καθεστώς που μάλιστα αυτή την περίοδο σχεδιάζεται η κατάργησή του.

ΙΙ. Ελαστικοποίηση των Εργασιακών Σχέσεων

Για τους μηχανικούς η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων έχει ήδη εμπεδωθεί κυρίως μέσα από τη χρήση του ΔΠΥ με τα χαρακτηριστικά και τα αποτελέσματα που ήδη έχουν περιγραφεί. Η ουσιαστικά παράνομη μισθωτή σχέση εργασίας, που καλύπτεται με τη χρήση του ΔΠΥ, έχει όμως πλέον μια νόμιμη εναλλακτική εκδοχή. Με το ν.2639/98 της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ επικυρώνονται πλευρές της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων όπως άτυπα ισχύουν σε πολλούς εργασιακούς χώρους. Οι βασικοί άξονες του νόμου είναι:

·         Ο ορισμός ενός πλαισίου για την μερική απασχόληση που θα συντηρεί την ύπαρξη ενός δυναμικού μερικώς εργαζόμενων/άνεργων που θα αποτελούν πηγή φθηνών και υπάκουων εφεδρειών αλλά και μοχλούς πίεσης για τους μόνιμους εργαζόμενους.

·         Ο ορισμός μιας ελαστικής οργάνωσης του χρόνου εργασίας με εποχιακές αυξομειώσεις του ωραρίου πέραν του νόμιμου 8ώρου. Στα πλαίσια της ρύθμισης δεν καταβάλλεται υπερωριακή αποζημίωση εφόσον στη διάρκεια μιας περιόδου ο μέσος όρος της εργασίας δεν ξεπερνά το 40ώρο-πενθήμερο (π.χ. ανταλλάσσοντας την υπερωριακή απασχόληση με ρεπό).

·         Η θεσμοθέτηση των τοπικών συμφώνων απασχόλησης για «ειδικές» ζώνες που θα κατισχύουν συμβάσεων ανώτερου επιπέδου και θα υπονομεύουν την έννοια της συλλογικής διαπραγμάτευσης όπως αυτή συμπυκνώνεται στις ΣΣΕ.

·         Η δημιουργία ιδιωτικών γραφείων απασχόλησης που θα πουλάνε «με το κεφάλι» επαναφέροντας ένα σύγχρονο, θεσμικά κατοχυρωμένο σκλαβοπάζαρο.

ΙΙΙ. Ανεργία/Εργασιακή περιπλάνηση

Η αγορά εργασίας για τους μηχανικούς, ανάλογα με την συγκυρία και τον κλάδο απασχόλησης, κατέγραφε κατά περιόδους σημαντικά ποσοστά ανεργίας, εργασιακής περιπλάνησης και υποααπασχόλησης/ετεροαπασχόλησης. Στο πρόσφατο παρελθόν οι μηχανικοί, λόγω των ολυμπιακών έργων και των κοινοτικών-κρατικών επενδύσεων, δεν αντιμετώπισαν το φάσμα της ανεργίας. Σήμερα όμως, η φθίνουσα πορεία των δραστηριοτήτων αυτών, αλλά και η ύφεση στο χώρο της μεταποίησης και των νέων τεχνολογιών (Τηλεπικοινωνίες-Πληροφορική) συνθέτουν ένα νέο απειλητικό τοπίο για την απασχόληση.

Η πίεση της προοπτικής της ανεργίας που ήδη έχει αρχίσει να ασκείται –και που αναμένεται να επεκταθεί- δεν αγγίζει μόνο αυτούς που θα τεθούν στο περιθώριο της εργασίας αλλά και αυτούς που θα βρίσκονται εντός της ή σε μια διαδικασία εργασιακής περιπλάνησης. Ιδιαίτερα οι φορείς της διανοητικής εργασίας με υψηλό βαθμό ειδίκευσης θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες πιθανότητας «στάθμευσης» σε χώρους μακροχρόνιας ανεργίας δεδομένης της σχετικής ανελαστικότητάς τους ως προς την αλλαγή εργασιακού αντικειμένου.

4.      Συνδικαλιστική Εκπροσώπηση…Ένα Ερημικό Τοπίο

Οι σημαντικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο εντάσσεται ο μηχανικός στην αγορά εργασίας δημιουργούν πλέον σημαντικές αναντιστοιχίες ανάμεσα στις παραδοσιακές δομές εκπροσώπησης και τα αντικειμενικά κοινωνικά του συμφέροντα.

Το ΤΕΕ και δευτερευόντως οι Επιστημονικοί Σύλλογοι προσιδιάζουν σε μια «κλειστή» και με χαρακτηριστικά λόμπυ εκπροσώπηση που ταιριάζει στο προφίλ των Ελεύθερων Επαγγελματιών και υψηλόβαθμων μισθωτών στελεχών κάποιων προηγούμενων δεκαετιών. Η εντεινόμενες πολώσεις και τροποποιήσεις στο χώρο της τεχνικής εργασίας καθιστούν τις προαναφερόμενες δομές ανεπαρκείς. Συγκεκριμένα, η υβριδική τους κατάσταση στη συγκυρία αναδεικνύει:

α) ως κύρια πλευρά της φυσιογνωμίας τους τις Τεχνικές Συμβουλές και Πιστοποιήσεις προς το Κράτος, την εκπροσώπηση μειοψηφικών κοινωνικών στρωμάτων, και –συχνά- τις κομματικές διαμεσολαβήσεις.

β) ως λανθάνουσα -πλην όμως υπαρκτή- πλευρά τη δυνατότητα ανάδειξης ευρύτερων στόχων και συμφερόντων των «πληβειακών» στρωμάτων των μηχανικών. Κάτι τέτοιο συμβαίνει διότι αυτά τα κοινωνικά συμφέροντα δεν έχουν τυπικά εξοβελιστεί και επομένως κάτω από ορισμένες συνθήκες (μαζικοποίηση, όξυνση των αντιθέσεων πολιτικές παρεμβάσεις,) είναι δυνατόν να χρωματίσουν τις λειτουργίες του ΤΕΕ και των Συλλόγων.

Τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά δικαιώνουν μια επιλογή παρέμβασης σ’ αυτούς τους χώρους αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύουν την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας εκπροσώπησης σωματειακού τύπου.

Τα υπάρχοντα σωματεία (ΣΤΥΕ, ΣΤΕΒ, Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών) για διαφορετικούς λόγους κατά περίπτωση δεν καλύπτουν το κενό της σωματειακής-συνδικαλιστικής εκπροσώπησης. Η υπογραφή ΣΣΕ από τον ΣΤΥΕ και τον ΣΤΕΒ, αλλά και η αγωνιστική κατεύθυνση του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών, αποτελούν ένα σημείο αναφοράς που πρέπει να αξιοποιηθούν, να βαθύνουν και να εμπλουτιστούν με νέες πρωτοβουλίες το επόμενο διάστημα.

Έχοντας επίγνωση των δυσμενών κοινωνικών συσχετισμών, την ουσιαστική διαφωνία των καθεστωτικών παρατάξεων που δρουν στο χώρο των μηχανικών, αλλά και τις αγκυλώσεις και τους μικροηγεμονισμούς των αντίστοιχων παρατάξεων της παραδοσιακής αριστεράς, θα αναλάβουμε μια σειρά πρωτοβουλιών με τις εξής κατευθύνσεις:

1.       Διεκδίκηση πολιτικοσυνδικαλιστικών στόχων που θα ενοποιούν τα πληττόμενα στρώματα των Μηχανικών και συγκεκριμένα:

·         Υπογραφή μιας ΣΣΕ που θα ανταποκρίνεται στο πραγματικό κόστος ζωής

·         Μείωση του ωραρίου εργασίας χωρίς περικοπή των αποδοχών

·         Υπεράσπιση και εφαρμογής των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από την υπάρχουσα εργατική νομοθεσία.

·         Υπεράσπιση κάθε θέσης εργασίας, αλλά και θέσπισης επιδόματος ανεργίας για όλους τους άνεργους μηχανικούς

·         Ανάληψη από την εργοδοσία καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στο ΔΠΥ.

·         Υπεράσπιση της μισθωτής εργασίας έναντι των άτυπων μορφών απασχόλησης.

2.       Υποστήριξη κάθε προσπάθειας ανασύστασης συνδικαλιστικών πρακτικών σε χώρους εργασίας. Παράλληλα προσανατολιζόμαστε στην υποστήριξη ενός πλατύ διαλόγου σε χώρους εργασίας, στο ΤΕΕ και στους Επιστημονικούς Συλλόγους για: α) το ζήτημα της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης, β)την ενίσχυση μιας μαζικής και αγωνιστικής κατεύθυνσης στα υπάρχοντα σωματειακά εγχειρήματα αλλά και γ) την πιθανή συμπλήρωση τους με νέες οργανωτικές δομές.

3.       Οικοδόμηση δεσμών αλληλεγγύης με τους υπόλοιπους εργαζόμενους μέσα από: α) το συντονισμό της συνδικαλιστικής πάλης για κοινά ζητήματα (ασφαλιστικό, ιδιωτικοποιήσεις, εργασιακές σχέσεις) και β) την κοινή συνδικαλιστική δράση στους εργασιακούς χώρους.

<<Αρχική Σελίδα