Ανακοίνωση προς τους συνδικαλιστές

του Γενικού Συμβουλίου της Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ

 

Υποταγή του κινήματος στη λογική των διαπραγματεύσεων

Μετά την υπαναχώρηση της Κυβέρνησης από τις γραπτές δεσμεύσεις της στις συλλογικές διαπραγματεύσεις του 2002 και τη δρομολόγηση των κινητοποιήσεων του κλάδου από τις αρχές Οκτώβρη 2003, βιώνουμε με οδυνηρό τρόπο τόσο την παρελκυστική τακτική των εκπροσώπων του εργοδότη μας όσο και την εξαιρετικά χαμηλού επιπέδου –από πολιτική άποψη– διαχείριση της απεργίας από το νέο προεδρείο της Ομοσπονδίας.

Είναι γνωστές, από το προηγούμενο Γενικό Συμβούλιο της 6-11-2003, οι προτάσεις της Συσπείρωσης για την ανύψωση του επιπέδου αντιπαράθεσης και την κλιμάκωση του αγώνα με μορφές κινητοποίησης που θα πιέζουν εκεί ακριβώς που «πονάει» η Κυβέρνηση. Δυστυχώς, οι προτάσεις αυτές όχι μόνον δεν έγιναν δεκτές αλλά, αντίθετα, αντιμετωπίστηκαν με μια πρωτοφανή –και από πρώτη άποψη αξιοπερίεργη– εχθρότητα από όλες τις παρατάξεις που συγκροτούν το προεδρείο.

Σήμερα, δύο μήνες μετά την αρχή των κινητοποιήσεων, θεωρούμε ότι έχει γίνει πλέον φανερό στο σύνολο των συναδέλφων ότι υπάρχει ένα κλίμα ηττοπάθειας στους «χειριστές» της απεργίας, μια συνειδητή επιλογή υποταγής του κινήματος στη λογική των διαπραγματεύσεων. Το αποτέλεσμα της επιλογής αυτής είναι σε κάθε επαναδιαπραγμάτευση για τα τρία γνωστά ζητήματα, να γίνεται –κατά κοινή ομολογία– και ένα (τουλάχιστον) βήμα πίσω από την αρχική γραπτή συμφωνία.

Η έλλειψη εμπιστοσύνης στο κίνημα ήταν ανέκαθεν χαρακτηριστικό γνώρισμα των δυνάμεων που συγκροτούν σήμερα το προεδρείο, όπως αυτό έχει καταγραφεί στις μεγάλες απεργίες τρίμηνης διάρκειας του 1984 και του 1988. Το δυστύχημα είναι ότι τα 3 τελευταία χρόνια είχε αρχίσει να διαμορφώνεται στους συναδέλφους μια αίσθηση ότι η ΕΜΔΥΔΑΣ μπορεί –σε συνεργασία με τους άλλους εργαζόμενους– να διεκδικεί τα αιτήματά της με αποτελεσματικότητα και να κερδίζει σημαντικές νίκες, πράγμα που τώρα –με την πρακτική των τελευταίων μηνών– τίθεται σε πλήρη αμφισβήτηση.

Η αντιδραστική στροφή συνεχίζεται με αντιδημοκρατικό κατήφορο

Οι παραπάνω αρνητικές εξελίξεις στο επίπεδο υλοποίησης των γραπτών δεσμεύσεων της Κυβέρνησης συνδυάζονται με τη μοναχική μας πορεία και την απουσία από τις τελευταίες διεκδικήσεις του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος της χώρας αλλά και του ευρύτερου κινήματος ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και βέβαια έχουν άμεση σχέση με την αντιδραστική στροφή που επικράτησε στο 6ο Τακτικό Συνέδριο της Ομοσπονδίας και οδήγησε τη Συσπείρωση στην αναγκαστική αποχώρησή της από το προεδρείο.

Παράλληλα, σε πλήρη ευθυγράμμιση με το «νέο» πνεύμα στην Ομοσπονδία, το προεδρείο έχει ήδη επιβάλει νέα «ήθη» στη λειτουργία των οργάνων. Χαρακτηριστική είναι η εξαιρετικά αντιδημοκρατική απόφαση, που λήφθηκε μετά από πρόταση του προέδρου, για την κατάργηση της διαπαραταξιακής εκπροσώπησης στις επίσημες συναντήσεις με Υπουργούς και στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, η οποία θέτει αντικειμενικάζητήματα διαφάνειας, δεδομένου ότι από τις παρατάξεις που εκπροσωπούνται στο Δ.Σ. μόνον η Συσπείρωση είναι εκτός προεδρείου.

Και ο αντιδημοκρατικός κατήφορος δεν έχει τέρμα: Με περισσή αλαζονεία το προεδρείο –παρά τις επανειλημμένες πιέσεις και διαμαρτυρίες της Συσπείρωσης– έχει αρνηθεί να υλοποιήσει μέχρι σήμερα ακόμα και τις ομόφωνες αποφάσεις των οργάνων, όπως την πολιτική αποκάλυψη και καταγγελία της κυβέρνησης μέσω πληρωμένων καταχωρίσεων στα ΜΜΕ και την παραπομπή της κυβέρνησης στα αρμόδια εθνικά και κοινοτικά όργανα. Πρόσφατα ματαίωσε –με το έτσι θέλω– την πανελλαδική συγκέντρωση και πορεία των Διπλωματούχων Μηχανικών στην Αθήνα που είχε αποφασιστεί από το Γενικό Συμβούλιο για τις 3-12-2003. Και το αποκορύφωμα: Δύο μέρες πριν τις εκλογές του ΤΕΕ, και ενώ υπήρχε πλήρης αθέτηση της υπόσχεσης των εκπροσώπων της Κυβέρνησης να δώσουν στην Ομοσπονδία το τελικό κείμενο της τροπολογίας με τη διευθέτηση των τριών ζητημάτων συμφωνίας και σε ποιο νομοσχέδιο θα κατατεθεί, υπήρξε οργανωμένη παραπληροφόρηση των Α’βάθμιων ΕΜΔΥΔΑΣ, αλλά και ευρύτερα των συναδέλφων, ότι «μετά τις επιτυχημένες διαπραγματεύσεις και τις σαφείς δεσμεύσεις της Κυβέρνησης πάμε για αναστολή των κινητοποιήσεων», με προφανή σκοπιμότητα τον επηρεασμό των «ψηφοφόρων». Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι στον αγώνα δρόμου για την «πληροφόρηση» των συναδέλφων, η ΠΑΣΚ είχε προλάβει να τους ενημερώσει (πιο «έγκυρα» και έγκαιρα), διεκδικώντας βέβαια την αποκλειστικότητα στην «επιτυχία»…

Υπάρχει –ακόμα– ελπίδα;

Με δεδομένα την ηττοπάθεια του προεδρείου της Ομοσπονδίας και το τέλος των ψευδαισθήσεων για σοβαρή στάση μιας αφερέγγυας και ανάλγητης Κυβέρνησης, δεν είναι δυνατόν να παρακολουθούμε καρτερικά το χρονικό μιας «προαναγγελθείσας» ήττας.

Είναι ανάγκη να υπερβούμε τις λογικές «συντήρησης ισορροπιών» που επιφέρουν ακινησία και απαξίωση του συνδικαλισμού στη συνείδηση των συναδέλφων. Είναι ανάγκη να ανατρέψουμε τους μηχανισμούς χειραγώγησης που αποσκοπούν στην αδρανοποίηση και την απογοήτευση. Είναι ανάγκη να δημιουργήσουμε τις συνθήκες επαναφοράς στο προσκήνιο ενός μαχητικού και ανεξάρτητου συνδικαλιστικού κινήματος των μηχανικών του δημοσίου, που αποτελεί τη μόνη εγγύηση για τη νικηφόρα πορεία των αγώνων του κλάδου και τη συνέχιση της πορείας που είχε ακολουθήσει το κίνημα τα 3 τελευταία χρόνια.

Όσοι δεν στρατευτούν στην πορεία αυτή θα αναλάβουν ακέραιη την ευθύνη για την επερχόμενη ήττα, η οποία θα λειτουργήσει διαλυτικά στη συγκρότηση του συνδικαλιστικού μας χώρου.

 

4 Δεκεμβρίου 2003

 

<<Αρχική Σελίδα