ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΜΑΣ

Σήμερα (21 Απριλίου 2004) καλούμαστε, ως Γενική Συνέλευση της ΕΜΔΥΔΑΣ Αττικής, σε εφαρμογή της απόφασης του προηγούμενου Συνεδρίου μας, να πάρουμε μια απόφαση για το θέμα της μετατροπής της Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ σε Τριτοβάθμια Συνομοσπονδία. Το ζήτημα αυτό προέκυψε στο τελευταίο συνέδριο της Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ, στη Ρόδο, όπου τέθηκε γι άλλη μια φορά το ζήτημα της τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής εκπροσώπησής μας, με μια διαφορά όμως από προηγούμενες προσεγγίσεις (που άφηναν ανοικτό για διερεύνηση το θέμα): υπερψηφίστηκε η… ριζοσπαστική(!) κοινή πρόταση ΔΚΜ – ΠΑΣΚ για δρομολόγηση διαδικασιών για μετατροπή της ΕΜΔΥΔΑΣ σε αυτόνομη, τριτοβάθμια Συνομοσπονδία, πλάι στην ΑΔΕΔΥ και τη ΓΣΕΕ. Τα επιχειρήματα της άποψης αυτής ήταν ότι έτσι θα μπορούσαμε να διαπραγματευόμαστε καλύτερους όρους και συμβάσεις με την κυβέρνηση (που η πιθανή ένταξή μας στην ΑΔΕΔΥ δεν θα μας το επέτρεπε) και ότι η ΑΔΕΔΥ είναι συμβιβασμένη με την κρατική εξουσία και εχθρική απέναντί μας.

Σχετικά με το περί συμβιβασμένης ΑΔΕΔΥ δεν θα είχαμε ιδιαίτερους λόγους να διαφωνήσουμε, καθώς είναι γνωστό ότι την πλειοψηφία στη διοίκησή της είχαν και έχουν συνδικαλιστές της εκάστοτε φιλοκυβερνητικής παράταξης, που –όπως φαίνεται– θεωρούν ύψιστο καθήκον τους να στηρίζουν την κυβέρνηση και την πολιτική της και όχι τα συμφέροντα των εργαζόμενων που εκπροσωπούν (πιστεύοντας ίσως ότι οι υποχρεώσεις τους προς αυτούς εξαντλούνται στη… συνδρομή σε προσλήψεις;). Κάτι θα ξέρουν άλλωστε και οι εκάστοτε κυβερνήσεις, που επιδιώκουν να υπάρχουν στα τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα “δικές τους” πλειοψηφίες, πρόθυμες για πυροσβεστικές υπηρεσίες στις αντιδράσεις για τις “φιλολαϊκές” τους πολιτικές. Το αστείο βέβαια είναι ότι στην ΕΜΔΥΔΑΣ αυτό αποτέλεσε επιχείρημα της πλειοψηφίας των συνδικαλιστών των –τέως και νυν– φιλοκυβερνητικών παρατάξεων!

Εχθρική απέναντί μας η ΑΔΕΔΥ υπήρξε, όπως και εμείς εξ άλλου υπήρξαμε (και εξακολουθούμε, όπως φαίνεται) απέναντί της, αν και τελευταία η ηγεσία της είχε κάνει σοβαρές προσπάθειες προσέγγισης, με διαθέσεις κάθε άλλο παρά εχθρικές. Ειδικότερα την τριετία 2001–2003 η Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ είχε αποκαταστήσει σχέσεις συνεργασίας με την ΑΔΕΔΥ και ένα καλό επίπεδο διαλόγου και κατ’ αρχήν συμφωνίας για σημαντικά ζητήματα του κλάδου μας (ασφαλιστική κάλυψη δημοσίου για τους «νέους» μηχανικούς, αναγνώριση της ιδιαιτερότητας της εργασίας των μηχανικών στο δημόσιο και της διακριτότητας των ειδικών επιδομάτων, θέσπιση νομικής κάλυψης, σύσταση Διυπουργικού Κλάδου ΠΕ Μηχανικών κλπ), ενώ ακόμη και τον τελευταίο χρόνο η ΑΔΕΔΥ στήριξε τις διεκδικήσεις μας. Και είναι χαρακτηριστικό ότι αυτήν ακριβώς την περίοδο κάποιοι θυμήθηκαν τα περί συμβιβασμένης ΑΔΕΔΥ…

Όσον αφορά το κύριο ζήτημα, δηλ. τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης και υπογραφής Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας από την τριτοβάθμια Συνομοσπονδία ΕΜΔΥΔΑΣ, αυτό προϋποθέτει ότι η κυβέρνηση θα αναγνωρίσει πως η ΕΜΔΥΔΑΣ των 11.000 μελών και όχι η ΑΔΕΔΥ των 400.000 μελών, είναι η αντιπροσωπευτικότερη συνδικαλιστική οργάνωση των δημοσίων υπαλλήλων! Παράλληλα βέβαια η ΕΜΔΥΔΑΣ θα χάσει το δικαίωμα διαπραγμάτευσης και υπογραφής Ειδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δικαίωμα που έχουν μόνο οι Δευτεροβάθμιες Ομοσπονδίες (π.χ. νοσοκομειακοί γιατροί, Π.Ο. ΕΜΔΥΔΑΣ, ΟΛΜΕ, ΔΟΕ κλπ) και που σε μια τέτοια περίπτωση θα έχουν μόνο οι Ομοσπονδίες–μέλη της, κερδίζοντας έτσι την … περαιτέρω διάσπαση και αποδυνάμωση του κλάδου μας!

Φυσικά, τα παραπάνω σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να μας κάνουν να ξεχνάμε ότι η διαπραγμάτευση ποτέ δεν ήταν το κύριο όπλο μας. Χωρίς μαζικό και μαχητικό κίνημα –πάντα και ανεξάρτητα από το με ποια μορφή τριτοβάθμιας (ή μη) οργάνωσης– η θέση μας απέναντι στην κυβερνητική εξουσία είναι ασθενική.

Πέρα βέβαια από τα παραπάνω υπάρχουν και κάποια ακόμη θέματα που θα έπρεπε να έχουν τεθεί και να μας απασχολούν.

Κατ’ αρχήν, η –αρκετά διαδεδομένη και σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για την ανταπόκριση που βρήκε η πρόταση για ανεξάρτητη συνομοσπονδία– αντίληψη ότι αποτελούμε την ελίτ των εργαζόμενων στο δημόσιο (και όχι μόνο). Σίγουρα έχουμε τις ιδιαιτερότητές μας, τις αυξημένες ευθύνες μας και πολλά άλλα που κανείς δεν αμφισβητεί και με βάση τα οποία κατακτήσαμε τα 2 διακριτά επιδόματα αλλά και τη γραπτή –και αθετημένη από την προηγούμενη κυβέρνηση– συμφωνία για νομική κάλυψη και τοποθέτηση ως προϊσταμένων στις Τεχνικές Διευθύνσεις αποκλειστικά διπλωματούχων μηχανικών. Είναι όμως αυτά αρκετά ώστε να πιστεύουμε ότι βρισκόμαστε πάνω σ’ ένα βάθρο (ή σε ένα καλάμι;) και να κοιτάμε από ψηλά τους «απλούς» εργαζόμενους; Οι αλλαγές στα επαγγελματικά μας δικαιώματα δεν μας λένε τίποτα; Ή μήπως δεν βλέπουμε ότι η κυβερνητική εξουσία δεν ικανοποιεί τις (δίκαιες) οικονομικές απαιτήσεις μας όχι για να ικανοποιήσει άλλους κλάδους, αλλά για να μας συμπιέζει όλους για να μεταφέρει πόρους στις κάθε είδους «μεγάλες ιδέες», είτε αυτές λέγονται Ολυμπιακοί Αγώνες, είτε «εκσυγχρονισμός» ή όπως αλλιώς;

Τέλος υπάρχει και το -καθόλου λιγότερο σημαντικό βέβαια- θέμα του πότε το συνδικαλιστικό κίνημα είναι περισσότερο αποτελεσματικό, όταν είναι πολυδιασπασμένο ή όταν επιτυγχάνει τη μέγιστη δυνατή ενότητα; Σε μια περίοδο μάλιστα που επί χρόνια κυρίαρχη πολιτική της κυβέρνησης στο χώρο του δημοσίου είναι η διάλυσή του, καθώς και η αποδυνάμωση της όποιας συλλογικής έκφρασης (και η αντικατάστασή της από ατομικές στάσεις και συμβάσεις) και που οι μόνιμες εργασιακές σχέσεις είναι στο στόχαστρο και βάλλονται από πολλές πλευρές. Ήδη η αδυναμία συνδικαλιστικής έκφρασης από την ΕΜΔΥΔΑΣ των συμβασιούχων (ορισμένου χρόνου ή έργου) συναδέλφων μας, έχει αποτελέσει σοβαρό ανασταλτικό παράγοντα των αγώνων μας. Αυτά, φαίνεται, μπορεί να συγκινούν ακόμη και τις συμβιβασμένες ηγεσίες της ΑΔΕΔΥ και της ΓΣΕΕ, που συζητούν την ενοποίησή τους μπροστά στη λαίλαπα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και των «ελαστικών» εργασιακών σχέσεων, όχι όμως κάποιους από εμάς, που διαρκώς (και σε απόλυτη σύμπνοια με την κυβερνητική εξουσία) αμφισβητούν τις συλλογικές συμβάσεις και προτείνουν ακάθεκτοι τη μοναχική πορεία μας προς το πουθενά.

Αν δεν μας απατά η μνήμη μας βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που η «ανεξάρτητη και όχι φιλοκυβερνητική» ΠΑΣΚ επεδίωξε τη μοναχική πορεία μας. Μετά την πλήρη ευθυγράμμισή της με το περίφημο «ενιαίο μισθολόγιο» του ΠΑΣΟΚ το ΄84, δεν σταμάτησε (κάνοντας ίσως την αυτοκριτική της;) να επιδιώκει τη χωριστή τριτοβάθμια συνδικαλιστική εκπροσώπησή μας, αρχικά από κοινού με τους μηχανικούς των ΔΕΚΟ και όταν αυτό ναυάγησε, με την περσινή πρόταση. Παράλληλα «κατάφερε» με τη χωριστική πολιτική της (για μισθολόγιο–βαθμολόγιο μηχανικών) το 1999 να εξαιρεθούμε απ τις διατάξεις για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και εάν από το 2000 η νέα –τότε– διοίκηση της ΕΜΔΥΔΑΣ δεν είχε θέσει ως κεντρικό στόχο και δεν είχε πετύχει να ισχύει και για μας ο θεσμός αυτός, ίσως σήμερα ο κλάδος μας να μην είχε καμία συνδικαλιστική εκπροσώπηση, ανεξαρτήτως βαθμού. Φυσικά αποτελεί ευχάριστη έκπληξη το γεγονός ότι πολλοί από τους συνδικαλιστές της παράταξης αυτής έχουν κατανοήσει πλέον το λάθος τους και προτείνουν να μην μετατραπεί η ΕΜΔΥΔΑΣ σε τριτοβάθμια συνομοσπονδία, αν και θα ήταν ακόμη πιο ευχάριστο εάν παράλληλα αναφέρονταν και στη ζημιά που μας προκάλεσε η προηγούμενη στάση τους.

Όσο για τους συνδικαλιστές της ΔΚΜ (ή ΔΑΚΜ) εκείνους που συστρατεύτηκαν στη μεγάλη ιδέα της Τριτοβάθμιας ΕΜΔΥΔΑΣ, φαίνεται ότι μόνο η μακροχρόνια παραμονή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία τους έχει κρατήσει μακριά από αντίστοιχες πρακτικές κατά του κλάδου μας, κάτι που μάλλον σύντομα θα …αποκαταστήσουν!

Θα πρέπει όμως κάποτε να καταλάβουμε ότι έχουμε πολύ σημαντικότερα θέματα να παλέψουμε και να σταματήσει οριστικά η ταλαιπωρία μας με το ζήτημα αυτό, κάτι που μια απόφαση για αναβολή λήψης απόφασης δεν εξασφαλίζει. Θα πρέπει η απόφασή μας στη σημερινή Γενική Συνέλευση να είναι καθαρή και σαφής:

Όχι στην χωριστική και πολλαπλά επιζήμια μετατροπή της ΕΜΔΥΔΑΣ σε Τριτοβάθμια Συνομοσπονδία.

 

<<Αρχική Σελίδα