Το δεύτερο κύμα του εκσυγχρονισμού |
|
Η κυβέρνηση Σημίτη πρόσφατα
αναβαπτισμένη στις εκλογές του Απριλίου και με
την υπεροχή του 87% του δικομματισμού υλοποιεί
αποφασιστικά το δεύτερο κύμα: 1) Οι ιδιωτικοποιήσεις, με άμεση ή έμμεση μορφή, (Δ.Ε.Κ.Ο., προβληματικές επιχειρήσεις και εκτεταμένες λειτουργίες του Δημόσιου τομέα). Μια σειρά δραστηριότητες (μεταφορές, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες) γίνονται έτσι άμεσα πεδίο κερδοφορίας του ιδιωτικού κεφαλαίου με δυσμενείς επιπτώσεις για τα λαϊκά στρώματα τόσο σε επίπεδο υπηρεσιών όσο και κόστους. 2) Οι ρυθμίσεις Γιαννίτση για τις εργασιακές σχέσεις συμπληρώνουν το νόμο Παπαϊωάννου προωθώντας την πλήρη απορύθμιση του χρόνου εργασίας, την απελευθέρωση των απολύσεων, τη θεσμοθέτηση της μερικής απασχόλησης. Η πολιτική αυτή πατώντας πάνω στα προβλήματα που η ίδια έχει δημιουργήσει (ανεργία, λιτότητα, κοινωνική απορύθμιση) προσφέρει δήθεν “λύσεις” σε αυτά ενισχύοντας ακόμα περισσότερο την επιβολή της. Μοιράζει τη φτώχεια μεταξύ των εργαζομένων και των ανέργων στο όνομα της “αλληλεγγύης”. Δημιουργεί θέσεις μερικής κακοπληρωμένης και ανασφάλιστης εργασίας “για να μην υπάρχει ανεργία”. Καταργεί τη συλλογική διαπραγμάτευση υπέρ της ατομικής αλλά “δίνει δουλειά”. Μετατρέπει το μισθωτό σε βαθύτερα εξαρτημένο από τον εργοδότη του με το ελαστικό ωράριο αλλά με την φαντασίωση της “αυτορύθμισης του χρόνου του”. Καταργεί το 8ωρο και το βαφτίζει μείωση του χρόνου εργασίας. Και τέλος θεωρεί τους ανέργους υπεύθυνους για την κατάστασή τους και τους καλεί να παλέψουν ενεργητικά για μια κακοπληρωμένη 4ωρη απασχόληση που ταυτόχρονα θα μειώνει της εισφορές και τους φόρους του εργοδότη του. Βλέπουμε δηλαδή ότι τα πρωτοφανή αυτά αντεργατικά μέτρα συνοδεύονται από μια φόρτιση “κοινωνικής δικαιοσύνης” η οποία μεταθέτει το ζήτημα από τη σχέση εργαζόμενων - κεφαλαίου στη σχέση “προνομιούχων” και ανασφαλών εργαζόμενων. |